Δεν ήμουν από τους τυχερούς που είδαν την τελευταία ταινία του Παντελή Βούλγαρη σε πρώτη προβολή, όταν βγήκε στις αίθουσες τον Οκτώβρη της περασμένης χρονιάς. Ήμουν όμως τελικά από τους ακόμη πιο τυχερούς, γιατί παρακολούθησα μια σπέσιαλ προβολή λίγους μήνες μετά, στο νησί (και "δεύτερη πατρίδα" του σκηνοθέτη, κατά κάποιο τρόπο) που γυρίστηκε η προηγούμενη ταινία του "Μικρά Αγγλία", την Άνδρο. Και οι προβολές (δεν έγινε μία μόνο) ήταν "σπέσιαλ" για πολλούς λόγους. Γιατί η ταινία παραχωρήθηκε δωρεάν από το διανομέα Tanweer στην Κινηματογραφική Λέσχη Άνδρου! Γιατί έγιναν και πρωινές δωρεάν προβολές για τους μαθητές των λυκείων της Άνδρου! Αλλά κυρίως γιατί τις προβολές προλόγισαν οι ίδιοι οι δημιουργοί της ταινίας "Το Τελευταίο Σημείωμα", δηλαδή ο σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης και η σεναριογράφος και σύζυγός του Ιωάννα Καρυστιάνη! Αλλά ακόμη και γιατί, μετά τις προβολές, ακολούθησαν και συζητήσεις των δημιουργών με τους θεατές! Μάλιστα, στην πρώτη απο τις τρεις βραδινές προβολές, την οποία και παρακολούθησα, ο κυρ Παντελής, ασυγκράτητος και χειμαρρώδης όπως πάντα, παραλίγο να μας αποκαλύψει πριν ακόμη η προβολή ξεκινήσει, ολόκληρο το στόρι της ταινίας! Και θα το είχε κάνει, είμαι βέβαιος, αν δεν τον είχε συγκρατήσει-σταματήσει δυο-τρεις φορές η κυρία Καρυστιάνη!
Για την ταινία μόνο καλά έχω να πω. Αν η "Μικρά Αγγλία" ήταν η πιο καλογυρισμένη ταινία του Βούλγαρη, ετούτη εδώ είναι σίγουρα η πιο μεστή και ολοκληρωμένη δημιουργία του. Είναι στην πραγματικότητα ένας άλλος, νέος Βούλγαρης, λες και δεν είχε πίσω του όλο το προηγούμενο έργο του, λες και ξεκίνησε μια νέα πορεία στον κινηματογράφο. Χωρίς να διαθέτει εδώ τα πλούσια, φυσικά και εσωτερικά, σκηνικά της προηγούμενης ταινίας, καταφέρνει να κρατήσει σταθερό ρυθμό και ομαλά κλιμακούμενη ένταση σε έναν, κυρίως, μόνο χώρο, αυτόν του στρατοπέδου Χαϊδαρίου όπου εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος του σεναρίου, βασισμένου στην πραγματική ιστορία της εκτέλεσης 200 αντιστασιακών κομμουνιστών από τους Γερμανούς κατακτητές το 1944. Όσο η εξωτερική δράση είναι σχετικά περιορισμένη, χωρικά και χρονικά, τόσο πλούσια είναι η εσωτερική δράση, κυρίως των δύο αντιπάλων πρωταγωνιστών. Τα έντονα συναισθήματα, τόσο του Έλληνα διερμηνέα Ναπολέοντα Σουκατζίδη όσο και του Γερμανού διοικητή Καρλ Φίσερ, αποδίδονται εξαιρετικά από τους Ανδρέα Κωνσταντίνου και Αντρέ Χένικε αντίστοιχα. Ειδικά για τον πρώτο, ο οποίος είχε πρωταγωνιστήσει και στη "Μικρά Αγγλία", έχω να πω πως ήταν για μένα έκπληξη, με μια πολύ ώριμη ερμηνεία, με λεπτομερειακή απόδοση του χαρακτήρα και χωρίς καθόλου υπερβολή στο παίξιμο.
Η τελευταία ταινία του Βούλγαρη καταφέρνει να καθηλώσει πραγματικά το θεατή στις γεμάτες δύο ώρες που διαρκεί, χωρίς κοιλιές (κάτι που δυστυχώς ο σκηνοθέτης δεν έχει αποφύγει σε παλαιότερες ταινίες του), χωρίς κενά στο στόρι (η Καρυστιάνη έχει κάνει επίσης εξαιρετική δουλειά εδώ, με μια ολοκληρωμένη ανάλυση της ψυχοσύνθεσης κυρίως των δύο κεντρικών χαρακτήρων) και χωρίς (σχεδόν καθόλου) μελό. Το τελευταίο όμως σχεδόν δεν αποφεύγεται μόνο σε μία σκηνή, εκεί που ο πιτσιρίκος φωνάζει "Κοριτσάκι!". Υπάρχει, από την άλλη, έντονη συγκίνηση στη σκηνή της αποχαιρετιστήριας βραδιάς (κατ' εμέ η κορύφωση της ταινίας!), που οι μελλοθάνατοι τραγουδούν και χορεύουν, σα να θέλουν να ξορκίσουν το θάνατο, ή σα να ξημερώνει γι' αυτούς μια ακόμα συνηθισμένη μέρα. Η μόνη μου αντίρρηση αφορά τη slow-motion σκηνή των εκτελέσεων, λίγο τραβηγμένη σε διάρκεια και λίγο υπερβολική στη χρήση της αργής ταχύτητας, που παραπέμπει ελαφρά σε αμερικάνικη ταινία περιπέτειας. Θα αναφερθώ τέλος και στο εξαιρετικό μοντάζ της ταινίας, γρήγορο όπου χρειάζεται, πιο αργό και αφηγηματικό πάλι εκεί που χρειάζεται, ενώ εξίσου εξαιρετικό είναι και το ενδυματολογικό. Το σύγχρονο, ανανεωμένο πρόσωπο του Παντελή Βούλγαρη σε αυτή την ταινία του έρχεται να τονίσει και να συμπληρώσει και η πολύ καλή μουσική επένδυση από τον The Boy -δηλαδή το γιο του Αλέξανδρο.
Τώρα, σχετικά με τα γνωστά "θεματάκια" που προέκυψαν (ως συνήθως) σχετικά με την (μη) πολιτικοποίηση/κομματικοποίηση του έργου ή/και του δημιουργού του, έχω να κάνω ένα σχόλιο. Οι αριστεροί αυτή τη φορά κατηγόρησαν το Βούλγαρη ότι η ταινία του είναι αντι-αριστερή (!), καθώς (και αυτό είναι αλήθεια) σχεδόν καθόλου δε γίνεται αναφορά, και μόνο υπονοείται, ότι οι 200 εκτελεσθέντες ήταν όλοι στρατευμένοι κομμουνιστές (αναφέρονται απλά σαν αντιστασιακοί ήρωες πατριώτες), και θεώρησαν ότι με αυτή την παράλειψη γίνεται παραποίηση ενός πραγματικού και τεκμηριωμένου ιστορικά γεγονότος. Οι δεξιοί πάλι κατηγόρησαν το δημιουργό ότι έκανε μια (ακόμη) αριστερή ταινία, καθώς θεώρησαν ότι αφορά ξεκάθαρα την ιστορία κομμουνιστών αντιστασιακών. Προσωπική μου γνώμη είναι ότι ο Παντελής Βούλγαρης και η Ιωάννα Καρυστιάνη θέλησαν απλά, χρησιμοποιώντας αυτή την αληθινή ιστορία, να δημιουργήσουν ένα έργο εθνικής (πραγματικής) συμφιλίωσης και, με αφορμή αυτό, ένα έργο ελπίδας και αισιοδοξίας για το μέλλον της χώρας μας, ή ακόμη έργο αφύπνισης (για να μη πω ξεσηκωμού!) του λαού μας. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει Έλληνας θεατής που δεν ένιωσε αυτό το σκούντημα στην πλάτη, που δεν "άκουσε" αυτό το "ξύπνα ρε", που δεν παραλλήλισε την τότε πολεμική κατοχή με τη σημερινή οικονομική. Θεωρώ ότι αυτός ήταν και ο απώτερος στόχος της ταινίας, και όχι η δημιουργία ενός ακόμη "ντοκυμαντερίστικου" ή πολιτικά στρατευμένου φιλμ, και ότι οι δυο δημιουργοί, αυθαιρετώντας ίσως και ξεφεύγοντας λίγο από την ακριβή απόδοση των γεγονότων (κάτι άλλωστε που συνηθίζεται στη σεναριακή συγγραφή, χάριν της κινηματογραφικότητας), πέτυχαν αυτόν ακριβώς το στόχο.
Να τη δείτε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου